ΗΛαϊκή Συσπείρωση Σάμου εξέδωσε Δελτίο Τύπου για τη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου της 19/2/16 και το οποίο είναι το εξής:
Δύο σοβαρά ζητήματα, της εγκατάστασης στο Αιγαίο της ΝΑΤΟϊκής αρμάδας με πρόσχημα το Προσφυγικό και της κυβερνητικής τροπολογίας – παγίδας με την οποία ανοίγει ο δρόμος να πληρώνουν οι Δήμοι τα λειτουργικά έξοδα των Νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας, ανέδειξε η Λαϊκή Συσπείρωση στην συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου που έγινε την Παρασκευή 19 Φλεβάρη 2016.
Μιλώντας για το πρώτο, ο δημοτικός σύμβουλος Δ. Μαυρατζώτης παρουσίασε στο Δημοτικό Συμβούλιο τις παρεμβάσεις της ΕΕΔΥΕ και της Πανσαμιακής Επιτροπής Ειρήνης υπογραμμίζοντας ότι με ευθύνη και πρόσκληση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ οι ΝΑΤΟϊκοί ήρθαν για να μείνουν στο Αιγαίο βάζοντας σε ευθεία αμφισβήτηση την εθνική κυριαρχία ,«γκριζάροντας» τα σύνορά μας με τον πλέον επίσημο τρόπο και με προφανή στόχο την συνδιαχείριση του Αιγαίου προς όφελος των πολυεθνικών που ενδιαφέρονται για τις υποθαλάσσιες πηγές ενέργειας και τους δρόμους μεταφοράς. Η εξέλιξη αυτή – επισήμανε- πρέπει να καταδικαστεί από το λαό γιατί εγκυμονεί, εκτός των άλλων, τεράστιους κινδύνους εμπλοκής της χώρας μας στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και σε πόλεμο στη περιοχή.
Για το θέμα της τροπολογίας για τα λειτουργικά έξοδα των μονάδων Υγείας, η Δημοτική Σύμβουλος Θεανώ Σαρρηγεωργίου υπενθύμισε την προηγούμενη συζήτηση και την ομόφωνη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου για διεκδίκηση όλων των απαραίτητων μέτρων για τη δημόσια δωρεάν παροχή Υγείας στη Σάμο και ζήτησε να καταδικαστεί η νέα αρνητική κυβερνητική παρέμβαση που όπως τόνισε αν εφαρμοστεί ανοίγει το δρόμο να περάσει η ευθύνη και της περίθαλψης στους δήμους που θα υποχρεωθούν να αυξήσουν τα δημοτικά τέλη ή να βάλουν τοπική φορολογία, για να ανταποκριθούν στις δαπάνες. Καταδικαστική ήταν και η τοποθέτηση για την επίσης αντιδραστική κυβερνητική πρόβλεψη να οδηγούν τα ασθενοφόρα πυροσβέστες ή δημοτικοί υπάλληλοι.
Ακόμη οι δημοτικοί σύμβουλοι της Λαϊκής Συσπείρωσης, έφεραν στη συνεδρίαση τα θέματα:
α)Των ζημιών της 16ης Ιανουαρίου στο Ηραίον καταθέτοντας αναφορά με την επιστολή των Συλλόγων, Επαγγελματιών, Πολιτιστικού και Εθελοντών Πυροσβεστών της περιοχής και αποσπώντας την δέσμευση της δημοτικής αρχής ότι οι ζημιές θα αποκατασταθούν σύντομα.
β) Των εντολών κατεδάφισης των περγκολών καταστημάτων στην παραλιακή ζώνη του νησιού (π.χ Ψιλή Άμμο, Μαραθόκαμπο κ.ά), ζητώντας τις ενέργειες του δήμου ώστε να μην γίνει καμιά κατεδάφιση, να δοθεί περιθώριο χρόνου ώστε να γίνει αρχιτεκτονική μελέτη από τις αρμόδιες υπηρεσίες και να κατασκευαστούν νόμιμες κατασκευές που να παραχωρούνται για χρήση στους ενδιαφερόμενους επαγγελματίες. Η απάντηση του δημάρχου ήταν θετική.
Στη συζήτηση επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης η Λαϊκή Συσπείρωση διαφοροποιήθηκε στα εξής:
Για τις περιορισμένες ασφυκτικά προσλήψεις μόνιμου προσωπικού (μέχρι 10) ο δημοτικός σύμβουλος Κώστας Τζίχας τόνισε ότι, ενώ «αυτή τη στιγμή στο Δήμο μας δεν μπορούν να καλυφθούν βασικές ανάγκες σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, στη καθαριότητα , στην ύδρευση, στον ηλεκτροφωτισμό κλπ όπου συνεχίζεται το απαράδεκτο καθεστώς των 5μηνων, δίμηνων κλπ. η δημοτική αρχή υιοθετεί πλήρως την Κυβερνητική και Ευρωενωσιακλή λογική του περιορισμού των προσλήψεων μέχρις ασφυξίας των δήμων. Δεν συμφωνούμε με αυτή την αντίληψη και την πρόταση όπως κατατίθεται όταν μάλιστα οι ελλείψεις σε προσωπικό σύμφωνα με τις προβλεπόμενες οργανικές θέσεις προσεγγίζουν τις 50.Η δική μας πρόταση δεν αρκείται στις 10 θέσεις που μπορεί να είναι και 5 ή 4 ή 3 τελικά, αλλά περιλαμβάνει την απαίτηση κάλυψης όλων των αναγκών σε μόνιμο προσωπικό. Εμείς διεκδικούμε:
Κατάργηση της απαγόρευσης των προσλήψεων και της αναλογίας 1 προς 5. Κάλυψη όλων των κενών οργανικών θέσεων με μόνιμο προσωπικό.
Μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
Εξασφάλιση από τον κρατικό προϋπολογισμό όλων των αναγκαίων λειτουργικών δαπανών και της μισθοδοσίας των εργαζομένων.
Επαρκή στελέχωση της λειτουργίας των υπηρεσιών και δομών του Δήμου (Βρεφικοί – Παιδικοί Σταθμοί, Βοήθεια στο Σπίτι, κ.λπ.), με εργαζόμενους όλων των αναγκαίων επιστημονικών και άλλων ειδικοτήτων, με μόνιμη σταθερή δουλειά και πλήρη μισθολογικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα».
Για την υποβολή πρότασης στο ΙΝTΕRREG για πιλοτική μονάδα κομποστοποίησης οργανικών υπολειμμάτων η Λαϊκή Συσπείρωση ψήφισε κατά, διευκρινίζοντας ότι
«όλες οι νέες δυνατότητες που δίνει η τεχνολογία για την μείωση του όγκου των απορριμμάτων και την ασφαλή τους διαχείριση πρέπει να αξιοποιούνται μόνο ενταγμένες σε ένα εθνικό σχέδιο διαχείρισης με κεντρικούς δημόσιους πόρους και με προτεραιότητες όπως:
Τον αποκλεισμό της ιδιωτικοποίησης. Την απόλυτη διασφάλιση όλων των εργαζόμενων χωρίς όρους και προϋποθέσεις, με πλήρη εργασιακά δικαιώματα. Τη μείωση των παραγόμενων απορριμμάτων, την προώθηση της ανακύκλωσης με διαλογή στην πηγή, περιλαμβανομένης και της κομποστοποίησης του οργανικού κλάσματος, σε συνδυασμό με το δραστικό περιορισμό του ρεύματος των Αστικών Σύμμεικτων Απορριμμάτων (ΑΣΑ).
Την ορθολογική μεταφορά των ΑΣΑ μέσω σταθμών μεταφόρτωσης, περιλαμβανομένης και της θαλάσσιας μεταφοράς. Την πλήρη αποκατάσταση των εκατοντάδων μεγάλων ανεξέλεγκτων χωματερών και όχι την απλή επιχωμάτωσή τους, όπως έχει γίνει στις περισσότερες περιπτώσεις. Τη δίκαιη και τεκμηριωμένη χωροθέτηση των υποδομών με γνωστά από πριν κριτήρια, που θα παίρνουν υπόψη την ισόρροπη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών».
Για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων σε 2 μονάδες παραγωγής ενέργειας από πυρηνέλαια κλπ, η Λαϊκή Συσπείρωση τις καταψήφισε διευκρινίζοντας ότι: «Πρόκειται για μονάδες που προωθούν την ιδιωτικοποίηση – εμπορευματοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας και την παράδοσή της στο μεγάλο κεφάλαιο, που θα διασφαλίζει σταθερή, υψηλή και εγγυημένη κερδοφορία στους ιδιώτες επενδυτές. Ενέργεια που την πληρώνουν ήδη πανάκριβα τα λαϊκά στρώματα μέσω των τελών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), μια πολιτική που ακολουθείται μέχρι σήμερα στη βάση των αποφάσεων της ΕΕ.
Η Λαϊκή Συσπείρωση δήμου Σάμου λέει «όχι» στις μονάδες καύσης πυρηνελαίων στα Πραδέϊκα και στους Αγίους Θεοδώρους γιατί προωθούν την ιδιωτικοποίηση – εμπορευματοποίηση της Ενέργειας σε βάρος της τσέπης των λαϊκών νοικοκυριών, θέτοντας ταυτόχρονα σε κίνδυνο το περιβάλλον, την υγεία των κατοίκων, αλλά και την αγροτική παραγωγή της περιοχής, που αποτελεί πυλώνα του εισοδήματός της».