You Are Here: Home » Σάμος, το νησί της Ήρας και του Πυθαγόρα

Σάμος, το νησί της Ήρας και του Πυθαγόρα

Γεωγραφία της Σάμου

Η Σάμος βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του Αιγαίου πελάγους και απέχει περί τα 1200 μέτρα από τα παράλια της Μικράς Ασίας.
Είναι καταπράσινο και με πολλά δάση νησί. Οι πολλοί ειδυλλιακοί κόλποι και αμμουδερές παραλίες, που περιβάλλουν το νησί με την βλάστηση που φτάνει μέχρι την θάλασσα, γοητεύουν τον επισκέπτη. Τα ιστορικά μνημεία όλων των εποχών, που υπάρχουν στο νησί είναι αξιόλογα και παρουσιάζουν μεγάλο παλαιοντολογικό, αρχαιολογικό και ιστορικό ενδιαφέρον.

Γενικές Πληροφορίες

Η έκταση της είναι 477 τετραγωνικά χιλιόμετρα, έχει μάκρος 44 χιλιόμετρα και πλάτος 19 χιλιόμετρα και οι ακτές της έχουν μήκος 140 χιλιόμετρα.

Βρίσκεται σε γεωγραφικό ανατολικό μήκος 27ο από Greenwich σε βόρειο πλάτος 37ο και ανήκει στο σύμπλεγμα των ανατολικών Σποράδων.

Η Σάμος έχει 33,000 (περίπου) κατοίκους και αποτελείται από τέσσερις δήμους με πρωτεύουσα το Βαθύ (ή Σάμο).

Ο μεγαλύτερος κόλπος της Σάμου είναι αυτός του Βαθέως (ή Σάμου). Φυσικά στα παράλια του νησιού υπάρχουν κι’ άλλοι μικρότεροι.

Η Σάμος είναι ορεινή και έχει δυο βουνά, τον άγριο και βραχώδη Κέρκη στο δυτικό τμήμα του νησιού, ύψους 1443 μέτρα και την κατάφυτη Άμπελο ή Καρβούνη στο ανατολικό τμήμα του νησιού ύψους 1160 μέτρα.

Στον Κέρκη υπάρχουν πολλές σπηλιές. Σπουδαιότερες απ’ αυτές είναι: Η σπηλιά του Κακοπέρατου (Κακό πέρασμα), η σπηλιά της Παναγίας της Σαραντασκαλιώτισσας, η σπηλιά της Παναγίας της Μακρινής, η Τρύπα του Πανάρετου, η σπηλιά Καντήλι και η σπηλιά του Πυθαγόρα όπου σύμφωνα με την παράδοση κατέφυγε σ’ αυτήν ο Πυθαγόρας, κυνηγημένος από τον Τύραννο της Σάμου Πολυκράτη.

Οι πεδινές περιοχές είναι λίγες, με μεγαλύτερη την πεδιάδα της Χώρας, η οποία βρίσκεται στην Νότια πλευρά του νησιού και περικλείεται από τα χωριά Χώρα, Πυθαγόρειο, Μύλοι, Παγώνδας.

Τα ψηλά βουνά συντελούν στο να πέφτουν πολλές βροχές τον χειμώνα και σε αυτό οφείλεται η πλούσια βλάστηση και οι πολλές και πλούσιες πηγές. Τα πολλά νερά και η πλούσια βλάστηση ήταν ο λόγος που στην αρχαιότητα την ονόμαζαν“Υδρήλη”.

Δεν έχει ποτάμια στο νησί, υπάρχουν όμως χείμαρροι που έχουν νερό και το καλοκαίρι. Ένας από αυτούς τους χείμαρρους είναι ο Ίμβρασος ή Παρθένιος ή ποτάμι των Μύλων, στις όχθες του οποίου σύμφωνα με τον μύθο γεννήθηκε η θεά Ήρα. Έχει τα περισσότερα νερά και χύνεται στο Ηραίτη κόλπο.

Πηγές έχει πολλές το νησί. Οι πιό γνωστές είναι: της Νεροτρουβιάς στο χωριό Μύλοι, του Πνακά στο χωριό Βουρλιώτες, η Μάνα στο Κοκκάρι, το Κρύο νερόή του “Στουρνάρη” και η Καριτσά στον Παγώνδα. Η φλέβα στο χωριό Κουμαραδαίοι, του Γεροβάσου και της Αγίας Ειρήνης στην Υδρούσα, του χωριού Καστανιά και του Μαραθοκάμπου. Η ιαματική πηγή, που είναι στην θέση Ποτάμι στο Καρλόβασι δεν έχει ακόμη αξιοποιηθεί.

Η Σάμος παράγει πολλών ειδών προϊόντα και γι’ αυτό το λόγο οι αρχαίοι έλεγαν ότι “και ορνίθων γάλα παράγει η νήσος“. Τα κυριότερα προϊόντα της είναι το ξακουστό Σαμιώτικο κρασί και το λάδι. Τα τελευταία χρόνια άρχισε να αναπτύσσεται δυναμικά και ο τουρισμός, κατατάσσοντας την Σάμο σε μία από τις κυριότερες τουριστικές περιοχές της Ελλάδας.


Ηραίον

Ηραίον

Παραλία Ποτάμι

Πορφυριάδα Σχολή στο Καρλόβασι

Αγιος Νικόλαος-Ποτάμι

Το κλίμα της Σάμου

Οι μεταβολές της θερμοκρασίας, τόσο μέσα στο έτος, όσο και μέσα στο εικοσιτετράωρο, είναι πολύ περιορισμένες και οι ελάχιστες θερμοκρασίες σπάνια πέφτουν κάτω από το μηδέν. Η απολύτως μέγιστη και η απολύτως ελάχιστη θερμοκρασία που σημειώθηκαν στον Μετεωρολογικό σταθμό Σάμου ήταν 38,2ο C και – 4,3ο C αντίστοιχα.

Λόγο των βουνών της, πέφτουν πολλές βροχές στην Σάμο. Το μέσο βροχομετρικό ύψος ανέρχεται σε 918,4 χιλιοστά με βροχερότερο μήνα τον Δεκέμβριο, που πέφτει το 23% της βροχής.

Η βροχερότερη εποχή είναι ο χειμώνας, που πέφτει το 60,1 % της βροχής, ενώ το καλοκαίρι είναι σχεδόν άβροχο, με 4,1 % των βροχοπτώσεων. Οι υπόλοιπες βροχές πέφτουν νωρίς την Άνοιξη και αργά το Φθινόπωρο. Απ’ τα μέσα Απριλίου, μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου οι βροχοπτώσεις είναι ελάχιστες και πολλές φορές επιζήμιες, ιδίως την Άνοιξη.

Οι άνεμοι που επικρατούν στην Σάμο είναι οι βοριάδες που τους θερινούς μήνες πνέουν σχεδόν συνέχεια. Οι νοτιάδες, που φυσούν, φέρνουν τις περισσότερες βροχές, και φυσούν κυρίως την χειμερινή περίοδο.

Φυσώντας οι βοριάδες το καλοκαίρι, (τα μελτέμια όπως λέγοντα), ανεβαίνουν τις βόρειες πλαγιές του νησιού, αργά και σταθερά, αφήνοντας την υγρασία τους. Όταν περάσουν τα ψηλώματα, ξηροί και ορμητικοί, χύνονται προς τις νότιες πλαγιές και γι’ αυτό οι νότιες περιοχές είναι ξηρότερες από τις βόρειες και επηρεάζονται περισσότερο από τους ανέμους, δίνοντας στην ατμόσφαιρα μια κρυστάλλινη διαύγεια, πολλές φορές.

Η ηλιοφάνεια στην Σάμο είναι από τις μεγαλύτερες στην Ελλάδα, αφού, επί εξαμήνου και πλέον, κατά την θερινή περίοδο, σπάνια να φανεί σύννεφο στον ουρανό.

Τα παραπάνω στοιχεία αφορούν την θέση και το υψόμετρο του Μετεωρολογικού σταθμού Σάμου και είναι περισσότερο ενδεικτικά. Το ανάγλυφο, όμως, το υψόμετρο, ο προσανατολισμός κι΄ άλλοι ακόμα παράγοντες, συντελούν στην δημιουργία πλήθους μικροκλιμάτων, από τα πιο ξηρά έως τα πιο υγρά και από τα πιο θερμά έως τα πιο ψυχρά και μέσα σ’ αυτά αναπτύσσονται τα διάφορα οικοσυστήματα.


Σαμιώτισες με παραδοσιακές φορεσιές

Το κάστρο στο Πυθαγόρειο

Η παραλία Σαϊτάνι

Πόλεις και χωριά της Σάμου

Η Σάμος για πολλές δεκαετίες και μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα ήταν έρημη .Οι κάτοικοί της είχαν μεταναστεύσει στη Χίο κυρίως, την Μικρά Ασία και σε άλλες περιοχές, για τον φόβο των πειρατών που αφθονούσαν την εποχή εκείνη στο Αιγαίο και στα γύρω από την Σάμο ξερονήσια, που υπάρχουν αρκετά και τα χρησιμοποιούσαν σαν ορμητήρια. Την εποχή εκείνη πέρασε από την Σάμο ο τουρκικός στόλος, με ναύαρχο τον Γαλλότουρκο Κιλίτς Αλή Πασά, πρώην πειρατή, του άρεσε πάρα πολύ το νησί και όταν πήγε στην Κωνσταντινούπολη, το ζήτησε από τον Σουλτάνο και του το χάρισε. Μετά από αυτό ο Πασάς έβαλε σκοπό να επανακατοικηθεί το νησί, δίνοντας μεγάλα προνόμια στους νέους κατοίκους που θα ερχόταν, πρωτόγνωρα για την εποχή εκείνη. Οι νέοι κάτοικοι έπρεπε να είναι Έλληνες, Χριστιανοί Ορθόδοξοι, να ασκούν ελεύθερα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, να αυτοδιοικούνται, να πάρουν όση γη μπορούν να καλλιεργήσουν και να μη πληρώνουν φόρους για επτά χρόνια. Από τους πρώτους που ζήτησε να επιστρέψουν, ήταν οι απόγονοι των Σαμίων, που το είχαν εγκαταλείψει παλαιότερα, έτσι άρχισαν να έρχονται νέοι κάτοικοι και να σχηματίζονται οι πρώτοι οικισμοί.

Φοβούμενοι τους πειρατές έχτιζαν τα χωριά τους όσο το δυνατό μακρύτερα από την θάλασσα, κρυμμένα πίσω από λόφους, ή μέσα σε δάση, τα σπίτια τα έχτιζαν το ένα κοντά στο άλλο και οι δρόμοι ήταν στενοί για να μπορούν να αμύνονται ομαδικά σε περίπτωση επιδρομής. Τα παραλιακά χωριά άρχισαν να εμφανίζονται στις αρχές με μέσα του 19ου αιώνα, όταν πια δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος.

Μέχρι το 1998 υπήρχαν στη Σάμο δύο Δήμοι και 33 Κοινότητες, με το πρόγραμμα Καποδίστριας όμως, σχηματίσθηκαν 4 Δήμοι, ο Δήμος Βαθέος που καταλαμβάνει το Β.Α. τμήμα, με 9 χωριά, έκταση 125,2 τετρ. χιλ. και πληθυσμό 11.997 κατοίκους (απογραφή 1991), ο Δήμος Καρλοβάσου, που καταλαμβάνει το Β.Δ. τμήμα, με 10 χωριά, έκταση 100,3 τετρ.χιλ. και 8.728 κατοίκους, οΔήμος Πυθαγορείου που καταλαμβάνει το Ν.Α .τμήμα, με 11 χωριά ,έκταση 164,7 τετρ. χιλ. και 9.455 κατοίκους και ο Δήμος Μαραθοκάμπου που καταλαμβάνει το Ν.Δ. τμήμα, με 5 χωριά, έκταση 87,3 τετρ. χιλ. και 2.859 κατοίκους.

Πόλη της Σάμου

Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα στη θέση αυτή υπήρχαν μόνο αποθήκες, σιγά σιγά όμως άρχισαν να χτίζονται σπίτια, κι’ έτσι δημιουργήθηκε η πόλη της Σάμου, ή το λιμάνι του Βαθιού, όπως το ονόμαζαν παλαιότερα κι’ αργότερα, το 1854, έγινε πρωτεύουσα του νησιού, που μέχρι τότε ήταν η Χώρα.

Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στο βάθος ενός μεγάλου και ασφαλούς, για τα πλοία, κόλπου, όπου βρίσκεται και το λιμάνι. Έχει μια από τις ωραιότερες προκυμαίες και τα σπίτια είναι παραδοσιακά, με πολλά νεοκλασικά κτίρια. Εδώ εδρεύουν οι αρχές του νησιού και ολόκληρου του Νομού της Σάμου, η Νομαρχία με όλες τις υπηρεσίες της, τα γραφεία της Μητρόπολης Σάμου και υπάρχουν αρκετά καταστήματα τραπεζών και μουσεία. Η πόλη αυτή είναι το σπουδαιότερο εμπορικό κέντρο της ανατολικής Σάμου, και έχει 5.824 κατοίκους.

Ανατολικά της πόλης και όχι σε μεγάλη απόσταση βρίσκονται δύο Μοναστήρια, της Αγίας Ζώνης και της Ζωοδόχου Πηγής. Το πρώτο χτίσθηκε το 1695 και βρίσκεται μέσα στη κοιλάδα της Βλαμαρής, το δεύτερο χτίσθηκε το 1781 και βρίσκεται ψηλότερα, σε υψόμετρο 300 περίπου μέτρων. Από εδώ φαίνονται τα στενά, μεταξύ Σάμου και Μικράς Ασίας και το βουνό της Μυκάλης και βόρεια μέχρι την Νέα Έφεσο και την Χίο.


Κοκκάρι

Άγιος Κωνσταντίνος

Άμπελος

Η παραλία Τσαμαδού

Η πόλη της Σάμου
Η πόλη της Σάμου

Καρλόβασι


Η εκκλησία της Παναγίας στο Καρλόβασι


Το Καρνάγιο στο Καρλόβασι


Μαραθόκαμπος-Βοτσαλάκια

Καρλόβασι

Παλαιότερα λεγόταν και Καρλοβάσια, γιατί αποτελείται από πέντε χωριά με το ίδιο όνομα, το Παλαιό, το Μεσαίο και το Νέο Καρλόβασι, το Λιμάνι και οΌρμος Καρλοβάσου. Εκτός του παλαιού που βρίσκεται ψηλότερα, τα υπόλοιπα είναι σκορπισμένα μέσα σε πεδιάδα και στην παραλία και καταλαμβάνουν μια πολύ μεγάλη έκταση. Στο Καρλόβασι ανήκουν και οι οικισμοί Σουρρίδες καιΣακουλέικα. Πριν από τον τελευταίο πόλεμο, υπήρχαν πολλά και μεγάλα βυρσοδεψεία, τα οποία έφερναν πλούτο αλλά σήμερα είναι ερείπια. Έχει πολλά νεοκλασικά κτίσματα, με πρώτα, το Πανεπιστήμιο, που ήταν Εμπορική Σχολή, και την Πορφυριάδα, το Δημοτικό Σχολείο του νέου Καρλοβάσου. Έχει 5357 κατοίκους και ασχολούνται με το εμπόριο κυρίως, τον τουρισμό και την γεωργία.

Το Καρλόβασι είναι το εμπορικό κέντρο της δυτικής Σάμου και είναι έδρα του ομώνυμου Δήμου. Λίγα χιλιόμετρα νότια του Καρλοβάσου βρίσκεται τοΜοναστήρι του Προφήτη Ηλία, που η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 1739. Δυτικά του Καρλοβάσου, επίσης, υπάρχει η πανέμορφη παραλία, το Ποτάμι. Εκεί έχουν βρεθεί θερμές πηγές και βρίσκεται το εκκλησάκι της Μεταμόρφωσης που κατασκευάσθηκε τον 11ο αιώνα και θεωρείται το αρχαιότερο της Σάμου. Βρίσκεται μέσα σε πυκνή βλάστηση και λίγο παραπάνω υπάρχουν καταρράκτες. Λίγο δυτικότερα υπάρχουν δύο άγριας ομορφιάς παραλίες, το μικρό και το μεγάλο Σεϊτάνι, οι περιοχές αυτές προστατεύονται γιατί εκεί υπάρχουν φώκιες.

Μαραθόκαμπος

Είναι ο μικρότερος Δήμος της Σάμου, τόσο σε έκταση, όσο και σε αριθμό χωριών και κατοίκων. Από πού προήλθε το όνομα δεν είναι γνωστό, πιθανόν να προήλθε από τα άφθονα μάραθα που φυτρώνουν στη περιοχή. Η περιοχή του Δήμου Μαραθοκάμπου είναι ξηρή και τα εδάφη φτωχά, πετρώδη και άγονα, με κύρια καλλιέργεια την ελιά. Γι’ αυτό τον λόγο ασχολήθηκαν με την θάλασσα και ο Μαραθόκαμπος είναι το πρώτο χωριό της Σάμου σε ναυτικούς και ψαράδες.

Βρίσκεται σε υψόμετρο 250 μέτρα και έχει 1892 κατοίκους που ασχολούνται με τον τουρισμό, την γεωργία και την αλιεία.

Ο Μαραθόκαμπος έχει τις πιο εκτεταμένες αμμώδεις παραλίες της Σάμου, με ήσυχα και πεντακάθαρα νερά, εδώ βρίσκεται και η παραλία της ψιλής ή χρυσής άμμου, που θεωρείται σαν τοπίο απείρου κάλους, με τα άβαθη νερά και τα πεύκα που φτάνουν στη θάλασσα. Δυτικά του Μαραθοκάμπου και σε υψόμετρο 350 μέτρα βρίσκεται η σπηλιά του Πυθαγόρα, που όπως λέγεται, σε αυτήν κρύφτηκε ο μεγάλος φιλόσοφος, για να αποφύγει τους εχθρούς του. Λίγο ψηλότερα, σε υψόμετρο 700 μέτρων, βρίσκεται το Μοναστήρι της Ευαγγελίστριας, παραπάνω, σε υψόμετρο 1170 μέτρα, είναι το εκκλησάκι τουΠροφήτη Ηλία και περί τα 1000 μέτρα βορειοδυτικά η ψηλότερη κορυφή του Κέρκη και της Σάμου, η Βίγλα,ύψους 1445 μέτρων. Από εδώ, που μόνο με τα πόδια πάει κανένας, φαίνεται ολόκληρο το Αιγαίο και σε μεγάλο βάθος η Μικρά Ασία. Στο νοτιοδυτικό άκρο της Σάμου, στο κάβο του Άγιου Ιωάννου, μέσα σε μια ρεματιά υπάρχουν πηγές και πλούσια βλάστηση, εκεί βρίσκεται το μοναστηράκι του Άγιου Ιωάννη του Ελεήμονα, λίγες δεκάδες μέτρα παρακάτω η ρεματιά καταλήγει σε ένα μικρό γραφικό κολπίσκο που μπροστά κλείνεται από μια βραχονησίδα, το κάτεργο.

Πυθαγόρειο

Το Πυθαγόρειο, που άρχισε να αναπτύσσεται από τα μέσα του 19ου αιώνα, είναι χτισμένο πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης της Σάμου και μέσα στο λιμάνι του, υπάρχουν υπολείμματα από τις λιμενικές εγκαταστάσεις του αρχαίου τεχνητού λιμανιού της. Σε πολλά σημεία σώζονται τμήματα των αρχαίων τειχών, που προστάτευαν την πόλη, τα ερείπια των ανακτόρων του Πολυκράτη, ταΡωμαϊκά λουτρά και πολλά άλλα. Το σπουδαιότερο, όμως από όλα, είναι τοΕυπαλίνειο, ή αμφίστομο λεγόμενο όρυγμα. Αυτό έχει μήκος 1026 μέτρα και διαπέρνα το βουνό που βρίσκεται πάνω από το Πυθαγόρειο και έχει ύψος 246 μέτρα. Η σπουδαιότητα του έργου, είναι στο ότι οι εργάτες άρχισαν να εργάζονται και από τις δύο πλευρές του βουνού και συναντήθηκαν στο μέσο με πολύ μικρή διαφορά. Σκοπός του έργου ήταν η ύδρευση της πόλεως και σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Ευπαλίνο, από τα Μέγαρα. Σε μικρή απόσταση, βρίσκεται η Σπηλιανή, πρόκειται για μια μικρή εκκλησία μέσα σε ένα μεγάλο σπήλαιο και είναι αφιερωμένος, προς τιμή των Εισοδίων της Θεοτόκου. Έξω από την σπηλιά υπάρχει εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και μερικά κελιά. Μέσα στο Πυθαγόρειο, βρίσκεται και το κάστρο του Λυκούργου, που κατασκευάστηκε κατά την περίοδο της επανάστασης του 1821 και σε μικρή απόσταση βρίσκεται το αεροδρόμιο της Σάμου.

Το Πυθαγόρειο είναι πολύ ανεπτυγμένο τουριστικά και έχει μεγάλη τουριστική υποδομή. Έχει 1579 κατοίκους που όλοι σχεδόν ασχολούνται με τον τουρισμό.

Πυθαγόρειο

Ιστορία της Σάμου

Το όνομα Σάμος ετυμολογείται από την Σάμη της Κεφαλληνίας από την οποία λέγεται ότι προέρχονταν ο πρώτος οικιστής του νησιού ο Αγκαίος ο οποίος είχε πάρει μέρος στην Αργοναυτική Εκστρατεία ή από την Σάμον την κόρη του Αγκαίου. Ενώ ο ιστορικός μελετητής Bochort υποστηρίζει ότι το όνομα προέρχεται από το αρχαίο έθνος Σαίους το οποίο κατοικούσε στο νησί.

Οι μελετητές των ανατολικών γλωσσών αποδίδουν την ονομασία στην ιωνική διάλεκτο “σαμά” η οποία σημαίνει ύψος, εξαιτίας των υψηλών βουνών του νησιού. Μυθολογικά το όνομα του νησιού, όπως υποθέτουν ο γεωγράφος Μελέτιος, σχολιαστής του Απολλωνίου Ροδίου και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, προήλθε απο τον Σάο, γιό του Ερμή και της Ρήνης.
Το όνομα Σάμος πρωτοαναφέρεται στον ύμνο προς τον Απόλλωνα στον ομηρικό στίχο 41 : “Και Σάμος υδρυλή, Μυκάλης τ’απεινά κάρηνα“. Ονομάζονταν κατά πολλούς στην αρχαιότητα και Παρθενία, από τον ποταμό Παρθένο στον οποίον σύμφωνα με την μυθολογία λούζονταν η θεά Ήρα.

Επίσης ονομάζονταν και Μελάμφυλλος, Δρυούσα (απο τις πολλές δρυς-βελανιδιές,που σκεπάζανε τα βουνά της), Δόρυσσα, Άνθεμις (ίσως για τα πολλά λουλούδια του νησιού), Φυλλάς (απο τα πολλά φυλλοβόλα δέντρα),Κυπαρισσία (ίσως απο τα πολλά κυπαρίσσια που ακόμα και σήμερα υπάρχουν στην δυτική πλευρά του νησιού), Στεφάνη (πιθανώς από το σχήμα που έχει το νησί) και Ιμβρασία. Τα περισσότερα από τα επίθετα αυτά έχουν σχέση με την πλούσια βλάστηση η οποία μέχρι και σήμερα είναι διάχυτη σε κάθε γωνιά του νησιού. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι Τούρκοι την αποκαλούν “Σουσάμ Αντ“.


Άγαλμα γυναίκας,
ανάθημα στην Θεά Ήρα.
Αρχαιολογικό Μουσείο Σάμου

Προϊστορική Περίοδος

H αλήθεια για την αρχή ζωής στο νησί δεν υφίσταται λόγω των μύθων και των θρύλων που φέρνουν σε αδιέξοδο και τους πιο επίδοξους μελετητές.

Πάντως οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού ήταν οι Νηιάδες, Ναίαδες, ή Μινυάδες μυθικά τέρατα τα οποία προκαλούσαν σεισμούς και γεωλογικές ανακατατάξεις και μάλιστα σύμφωνα με μαρτυρία του Ηρακλείδη του Ποντικού όλο το νησί ήταν διάσπαρτο από τα κόκαλα τους.

Ο Θεός της ευφορίας, του αμπελιού και του κρασιού Διόνυσος, κυνηγούσε τις Αμαζόνες που τον είχανε περιφρονήσει. Αυτές κατέφυγαν στην Σάμο. Ο Διόνυσος ζήτησε την βοήθεια των Σαμίων και κατάφερε να τις εξοντώσει. Σε ανταπόδοση της βοήθειας που του δώσανε οι Σάμιοι, τους δίδαξε την αμπελοκαλλιέργεια, τους χάρισε το κλήμα που βγάζει το περίφημο μυρωδάτο κρασί (σήμερα παγκόσμια γνωστό) και τους έμαθε πως να το φτιάχνουν. Τους παρήγγειλε όμως, να πίνουν από το κρασί αυτό όσο χρειάζεται να έρχονται στο κέφι κι όχι περισσότερο. Το μέρος όπου ο Διόνυσος εξόντωσε τις Αμαζόνες ονομάστηκε “Πάναιμο” απο το πολύ αίμα που χύθηκε εκεί.

Στίς όχθες του ποταμού Ίμβρασσου, στα νότια του νησιού, γεννήθηκε η Θεά Ήρα κι εκεί συνευρέθηκε αργότερα με τον Δία. Από τότε η Θεά έγινε προστάτρια του νησιού.

Στο Παλαιολογικό Μουσείο Μυτιληνών Σάμου τα εκθέματα από λείψανα μεγάλου μεγέθους ζώα μαρτυρούν την ύπαρξη ζωής πριν εκατομμύρια χρόνια. Προέρχονται από την “πικερμική πανίδα”, περίοδο του ζωικού κόσμου στον ελλαδικό χώρο που χρονολογείται πριν από 13 εκατομμύρια χρόνια.


Οστα από προιστορικά ζώα που
βρίσκονται στο
Παλαιοντολογικό Μουσείο
στους Μυτιληνιούς

Αρχαία Σάμος

Η αρχαία Σάμος (η οποία ευρίσκονταν στη θέση που είναι σήμερα το Πυθαγόρειο) ήταν μία λαμπρή πόλη με εξαίρετο τεχνικό λιμάνι, το οποίο έφραζε ένας τεράστιος κυματοθραύστης με μήκος 370 μ. και βάθος 35 μ. μέσα στη θάλασσα. Ο αρχαίος κυματοθραύστης διατηρείται ολόκληρος μέχρι και σήμερα, όμως λόγω καθίζησης του εδάφους βρίσκεται βυθισμένος στον πυθμένα του όρμου του Πυθαγορείου. Η αρχαία πόλη ήταν κτισμένη στην πλαγιά του σημερινού λόφου της Παναγίας της Σπηλιανής και περικλείονταν με τείχη μήκους 6.7 χλμ. με 31 πυργίσκους.

Οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού ήταν οι Σαίοι τους οποίους αντικατάστησαν οιΠελασγοί. Ανασκαφές αποδεικνύουν την ύπαρξη οικισμού νεολιθικής εποχής γύρω στα (6000-2800 π.χ). Ο πολιτισμός αυτός εντάσσεται στον “πολιτισμό του Σάλλιαγκου” και παραλληλίζεται με παρόμοιους στη Μακεδονία, Θράκη και Στερεά Ελλάδα, λόγω της θεματογραφίας που απεικονίζεται στα αγγεία και είναι κατά πολύ παλαιότερη από τον Κυκλαδίτικο πολιτισμό. Οι επόμενοι κάτοικοι ήταν οι Λέλεγες και στην συνέχεια ήρθαν οι Κάρες.


Ξύλινο άγαλμα γυναίκας
Αρχαιολογικό Μουσείο Σάμου

Κυκλαδική/Μυκηναϊκή Περίοδος

Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη φορείς του Κυκλαδίτικου Πολιτισμού αποτέλεσαν οι Λέλεγες και οι Κάρες, οι οποίοι κάνουν εμφανή την παρουσία τους στην Ικαρία, Λήμνο και Τροία. Μετά την κατάρρευση του Κυκλαδίτικου πολιτισμού από τον Μινωικό ακολούθησε η διαμάχη των Μυκηναίων και των Μινωιτών, όπου και οι πρώτοι στέφονται νικητές. Οι πρώτοι Μυκηναίοι αποικιστές φτάνουν γύρω στα 1360 π.χ με τον βασιλιά Αγκαίο μετά από παρότρυνση του θεού Απόλλωνα.

Ιστορικό γεγονός θεωρείται η αποίκιση του νησιού από κατοίκους της Λέσβου γύρω στα 1140 π.χ με επικεφαλή τον Κυδρόλαο που ήταν γιος του βασιλιά της Λέσβου.

Στο νησί διασώζονται μνημεία παλαιότερης εποχής, τα αποκαλούμενα κυκλώπεια τείχη των οποίων η ιστορική ταυτότητα δεν έχει εξακριβωθεί. Η αποίκιση του νησιού από Αχαιούς συντελείται γύρω στα 1350 π.χ και από Ίωνες γύρω στα 900 π.χ.

Μέχρι τον 7ο αι. δεν υπάρχουν στοιχεία για τις πληθυσμιακές αλλαγές που συντελούνται στο νησί. Την περίοδο ατή το νησί παίρνει μέρος στο Ληλάντιο πόλεμο και στα μέσα του ίδιου αιώνα συμμετέχει στον Β΄ Μεσσηνιακό πόλεμο με βασιλιά τον Αμφικράτη. Κατά το δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα η Σάμος έχει αποικίες στην Σαμοθράκη, στην Αμοργό και στην Ταρτησσό, πόλη της νοτιοδυτικής Ισπανίας.

Νεώτερες αποικίες αποτελούν οι Ναγίς και Κελένδερις στα παράλια τηςΚιλικίας, οι αποικίες Περινθό, Ηραίο Τείχος και Βισάνθη στα παράλια τηςΠροποντίδας. Επίσης σημαντικές αποικίες ιδρύθηκαν στην Κάτω Ιταλία, Σικελία και Αίγυπτο.


Ο Κούρος της Σάμου
Αρχαιολογικό Μουσείο Σάμου

Η εποχή του Πολυκράτη

Το νησί άνθισε την εποχή του τύραννου Πολυκράτη γύρω στα 550 π.χ. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο η Σάμος αναδείχθηκε “ποίων πασέων πρώτη, Ελληνίδων και βαρβάρων“. Ο Πολυκράτης με την βοήθεια των δύο αδερφών του κατάφερε να γίνει τύραννος και εξοντώνοντας αργότερα και τα αδέρφια του που τον είχαν βοηθήσει. Κατάφερε να οργανώσει ισχυρό ναυτικό με το οποίο κυριάρχησε στο Αιγαίο και κατέλαβε μεγάλο μέρος της Μικράς Ασίας. Στα ναυπηγεία του νησιού κατασκευάστηκε ο νέος τύπος πλοίου με τα 50 κουπιά, η περίφημη Σάμαινα.

Μετά την ήττα του Κροίσου από τον βασιλεία των Περσών, απειλήθηκε και η Σάμος. Όμως ο Πολυκράτης κατάφερε να αποκρούσει την επίθεση και στην συνέχεια συγκέντρωσε τις μητέρες των πεσόντων και διέταξε τους πλουσίους να τις συντηρούν δωρεάν, από εκεί και η αρχαία παροιμία “Πολυκράτης μητέρας νέμει“. Με έξυπνες στρατηγικές, επεκτάσεις και νίκες το νησί άκμασε και τεχνικά έργα μοναδικά άρχισαν να κατασκευάζονται. Έργα που ο Ηρόδοτος ονομάζει “μέγιστα απάντων των Ελλήνων εξειργιασμένα” αποτελούν τοΕυπαλίνειο Όρυγμα, δηλ. το αρχαίο υδραγωγείο, ο ναός της Ήρας και το “εν Θαλάσση χώμα“, δηλ. το αρχαίο λιμάνι.

Τα αγάλματα που κοσμούσαν την αρχαία πόλη της Σάμου την Ιερά Οδό και το Ηραίο ήταν φτιαγμένα απο μεγάλους καλλιτέχνες, όπως ο Ροίκος, ο Θεόδωρος , ο Γενέλεος, ο Μνήσαρχος, ο Σμίλις και πολλοί άλλοι.
Το Ηραίον, όπως αναφέρει ο Στράβων, ήτανε γεμάτο γλυπτικά και ζωγραφικά έργα και έμοιαζε με πινακοθήκη.

Το Ευπαλίνειο Όρυγμα αποτελεί αποκορύφωμα της τεχνικής δημιουργίας της αρχαίας Σάμου και ένα από τα μεγαλύτερα έργα όλης της αρχαιότητας. Πρόκειται για το αρχαίο υδραγωγείο της πόλης το οποίο βρίσκεται μέσα στο βουνό της Παναγίας της Σπηλιανής και κατασκευάστηκε το 550 π.χ από τον Ευπαλίνη, διάσημο υδραυλικό από τα αρχαία Μέγαρα. Το έργο αποτελούνταν από μία σήραγγα μήκους 853 μ. και ύψος και πλάτος άνετο για την διέλευση ενός ατόμου σε βάθος 80 μ. κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Μεγάλοι σωλήνες από πηλό μετέφεραν νερό ενώ κάτω από την σήραγγα υπήρχε και ένας υπόγειος διάδρομος.Ο ιστορικός Ηρόδοτος αποκαλεί όλο το έργο “αμφίστομον όρυγμα“. Η τυχαία ανακάλυψη του έργου αυτού ήρθε στο φώς το 1881 από τον ηγούμενο της Μονής Αγίας Τριάδας Κύριλλο.

Η αρχή του τέλους μιας λαμπρής περιόδου τελειώνει με τον μαρτυρικό θάνατο του Πολυκράτη από τον Πέρση σατράπη Ορσίτη ο οποίος τον παρέσυρε με δόλο και τον δολοφόνησε. Το νησί γνώρισε περίοδο αστάθειας, παρακμής και ο έλεγχος πέρασε στους Πέρσες.

Οι Σάμιοι της εποχής αυτής υπήρξαν από τους πρώτους Έλληνες θαλασσοπόρους. Ο Σάμιος Κωλλαίος λέγεται ότι ανακάλυψε τις Ηράκλειες Στήλες (Γιβραλτάρ).

Η προσφορά των τέκνων της Σάμου στα γράμματα και τις τέχνες υπήρξε πλούσια και μεγάλη. Πολλοί απο τους πιό σημαντικούς συγγραφείς, ποιητές, φιλοσόφους, αστρονόμους, καλλιτέχνες και ναυτικούς ήταν τέκνα της Σάμου.


Το πολεμικό καράβι του Πολυκράτη
η “Σάμαινα”

 


Ο ναός της Ήρας στο Ηραίον Σάμου

 

 


Το Ευπαλίνειο Όρυγμα

Πυθαγόρας

Την εποχή που ο Πολυκράτης δόξαζε τη Σάμο, με τα έργα του τα ειρηνικά και τα πολεμικά του κατορθώματα, ένας άλλος Σάμιος τη δόξαζε με τις νέες του θεωρίες και τα σοφά του διδάγματα. Ο άλλος αυτός ήταν ο φιλόσοφος Πυθαγόρας, ο γιός του δακτυλιογλύφου Μνησάρχου και της Πυθαΐδας, που πριν λεγόταν Παρθενία. Γυναίκα είχε την Θεανώ και παιδιά το Μνήσαρχο, τον Τηλαύγη, τον Αρίμνηστο, το Μαμέρκο, τη Μυία και τη Δαμώ.

Τη γέννησή του και τη σοφία του την είπε από πρίν η Πυθία. Γι’ αυτό του έδωσαν το όνομα Πυθαγόρας. Μερικοί λένε, πως τον είπαν έτσι, επειδή μιλούσε τόσο σωστά κι αλάθευτα, όσο κι ο Πύθιος Απόλλωνας. Άλλοι πάλι λένε, πως το όνομά του φανερώνει το επάγγελμά του, εξηγώντας πως Πυθαγόρας θα πεί καθηγητής διδασκαλείου.

Ένας μύθος λέει πως άμα ήταν νήπιο, το στεφάνωσε μια λάμψη θεϊκή, σημείο πως θα γινόταν σπουδαίος άνθρωπος.

Πρώτοι δάσκαλοί του ήταν ο Φερεκύδης, ο Ερμοδάμας, ο Άβαρις και ο Ναζαράτος. Αργότερα ταξίδεψε σε διάφορα μέρη. Στα ταξίδια του αυτά γνωρίστηκε με πολλούς σοφούς και μάγους κι έμαθε απ’ αυτούς πολλά μαγικά, μυστήρια και προφητείες. Πήγε στην Αθήνα και τη Σπάρτη, όπου μελέτησε τους νόμους του Σόλωνα και του Λυκούργου, στην Κρήτη και στην Ολυμπία, όπου δύο φορές έγινε Ολυμπιονίκης.

Άμα γύρισε στην Σάμο, ίδρυσε το διδασκαλείο του, το ημικύκλιο, όπως το έλεγαν κι εκεί δίδασκε όσους ήθελαν. Όμως δεν έμεινε πολύ καιρό στη Σάμο. Οι νέες διδασκαλείες του δεν άρεσαν σε πολλούς και τον κυνήγησαν να τον πιάσουν σαν ταραξία και ασεβή. Κρύφτηκε αρκετό καιρό πρώτα στις άγριες σπηλιές του Κέρκη, κι ύστερα, άμα βρήκε καιρό, έφυγε για την Μεγάλη Ελλάδα. Μερικοί λέγουν πως έφυγε από τη Σάμο γιατί προέβλεψε τους Περσικούς πολέμους και γιατί δεν ανεχόταν την τυραννία και τον ίδιο τον Πολυκράτη.

Στον Κρότωνα της Ιταλίας όπου πρωτοπήγε φεύγοντας από τη Σάμο, ίδρυσε την Πυθαγόρειο Σχολή που αλλιώς λεγόταν και Δεσμός, Αίρεση, Όργια και Κοινωνία. Η Σχολή αυτή έβγαλε πολλούς μαθητές, που διάδωσαν αργότερα την σοφία του σ’ όλη την Ευρώπη.

Ήταν δύσκολο πολύ να γίνει κανείς μαθητής του Πυθαγόρα. Εξετάζονταν πρώτα ο βίος του από τον ίδιο το φιλόσοφο. Και σαν κρινόταν αρεστός, ορκιζόταν πως δεν θα μαρτυρήσει κανένα απο τα μυστικά που θα μάθει. Ύστερα απο τον όρκο, γινόταν δόκιμος οχτώ ολάκερα χρόνια. Τα τρία πρώτα δεν είχε δικαίωμα να ψηφίζει. Τα άλλα πέντε ήταν υποχρεωμένος ν’ ακούει, χωρίς να μιλεί. Για τούτο λεγόταν ακουστικός. Όλα αυτά τα χρόνια της δοκιμής δεν του επιτρεπόταν να ιδεί κατα πρόσωπο τον Πυθαγόρα. Άκουε την διδασκαλία του, κρυμμένος πίσω από την κουρτίνα.

Ολόκληρη η ζωή των Πυθαγορείων ήταν μία αδιάκοπη άσκηση. Σηκωνόταν πρωί πριν βγει ο ήλιος. Ξαπλωμένοι ακόμα στο κρεβάτι έπρεπε να σκεφτούν τι έχουν να πράξουν όλη την ημέρα. Ώσπου να βγεί ο ήλιος, σκόρπιοι μέσα στα δάση, έπαιζαν τη λύρα για να κάμουν διάθεση. Την ανατολή του ήλιου τη χαιρετούσαν με γονάτισμα. Ύστερα συναθροίζονταν όλοι στο σχολείο, όπου άρχιζε η συζήτηση για διάφορα επιστημονικά ζητήματα, με προτίμηση της αστρονομίας, της μουσικής και της γεωμετρίας.

Τη συζήτηση την ακολουθούσε γυμναστική και την γυμναστική το μεσημεριανό φαγητό που τις περισσότερες φορές ήταν ψωμί με μέλι. Ύστερα από το φαγητό ήταν ελεύθεροι, ως το ηλιοβασίλεμα να φροντίσουν ο καθένας τις οικογενειακές του υποθέσεις. Κατόπιν έκαναν λουτρό και δέκα – δέκα μαζί, έτρωγαν το βραδυνό τους φαγητό. Σ’ αυτό επιτρεπόταν να φάνε και χόρτα, όσπρια και κρέατα ακόμα, αν το επιθυμούσαν. Το φαγητό ακολουθούσε η ανάγνωση.

Για να γλυκοκοιμηθούν, πριν πλαγιάσουν έπαιζαν τη λύρα. Στο κρεβάτι πριν αποκοιμηθούν, ήταν υποχρεωμένοι να σκεφτούν τι καλό έκαμαν τη μέρα που πέρασε. Τι δεν μπόρεσαν να κάμουν και το παρέλειψαν.

Η αστρονομία, η ιατρική, τα μαθηματικά, η μουσική, η επιστήμη της ψυχής και πολλές άλλες επιστήμες, πολλά χρωστάν στο Πυθαγόρα. Αυτός έβαλε τις βάσεις τους.

Ο Πυθαγόρας πέθανε στο Μεταπόντιο της Ιταλίας στο 497 π.Χ. λίγα χρόνια δηλαδή πριν από τους Περσικούς πολέμους. Λένε πως κλείστηκε, με δική του απόφαση, μέσα στο ναό και πέθανε από την πείνα. Τους δε μαθητές του, εκτός από δύο μονάχα, τους σκότωσαν οι αριστοκράτες, γιατί δίδασκαν στον κόσμο τις δημοκρατικές τους θεωρίες.

Ο κόσμος όλος θαύμαζε και θαυμάζει το λαμπρό σύστημα του Πυθαγόρα. Πολλές τιμές, ως κι αυτή η αγιοσύνη ακόμα, του δόθηκαν, τα περασμένα χρόνια. Πολλοί μάλιστα, ενωμένοι σε συλλόγους διεθνείς, προσπαθούν να ζωντανέψουν την ζωή και την διδασκαλία του.

Περσικοί πόλεμοι/Πελοποννησιακός Πόλεμος

Ο περίφημος σαμιώτης αρχιτέκτονας μηχανικός Μανδροκλής, αυτός που κατάφερε να ζεύξει με γέφυρα από πλοία τον Βόσπορο και να περάσει ο στρατός του Δαρείου στην Ευρώπη χάρισε στους Σαμίωτες δόξα.

Όταν ο Δάρειος απέτυχε στη Σκυθία η Πέρινθος, αποικία της Σάμου στην Προποντίδα επαναστάτησε κατά των Περσών μαζί με ελληνικές πόλεις από τον Βόσπορο και την Τρωάδα. Η επανάσταση αυτή αποτέλεσε τον πρόδρομο της Ιωνικής επανάστασης. Το 479 π.χ στη ναυμαχία της Μυκάλης οι σαμιώτες νικούν τους πέρσες με την βοήθεια του ελληνικού στόλου και το νησί γίνεται μέλος της Αθηναϊκής συμμαχίας.

Το νησί με τη νέα ακμή του προκάλεσε την ανταγωνιστική εχθρότητα της Αθήνας έτσι με παρότρυνση της Ασπασίας σύζυγος του στρατηγού Περικλή, η οποία κατάγονταν από την Μίλητο, πόλη αντίζηλο της Σάμου, οι Αθηναίοι καταστρέφουν το νησί το οποίο δεν κατάφερε από τότε να επανακτήσει την χαμένη δύναμη του.

Η τύχη του νησιού ταυτίζεται με αυτής του Αθηναϊκού κράτους και οι Αθηναίοι παραχωρούν στους Σαμιώτες αυτονομία και ανοικοδομούν τα τείχη που τους είχαν γκρεμίσει. Την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου γύρω στα 430-404 π.χ το νησί μετατρέπεται σε Αθηναϊκό κέντρο ναυτικών εξορμήσεων. Το νησί περνάει στους Λακεδαιμόνιους, στην συνέχεια στους Αθηναίους, στους Σπαρτιάτες, στους Πέρσες και επανέρχεται στον έλεγχο της Αθήνας.


 

Ελληνιστική/Ρωμαϊκή/Βυζαντινή Περίοδος

Στα Ελληνιστικά χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το νησί γίνεται ημιαυτόνομο και ήδη τίθεται κάτω από την κυριαρχία των Μακεδόνων. Στην συνέχεια η Σάμος όπως και οι άλλες Ελληνικές πόλεις της Ασίας αποτελούν μέρος της “Επαρχίας Ασίας” της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Κατά τα τέλη του Μιθριδατικού πολέμου το νησί ταλαιπωρείτε από πειρατές. Με την κοσμοϊστορική ρήξη του Αντώνιου και του Οκταβιανού το νησί φιλοξενεί τους στόλους και αποτελεί ερωτικό καταφύγιο του Αντώνιου και της Κλεοπάτραςγύρω στα 40 π.χ.

Στα χρόνια του Δομιτιανού και του Βαλέριου Μεσαλινού το νησί άνηκε στην “Επαρχία των Νήσων” με πρωτεύουσα τη Ρόδο.

Σε όλη την περίοδο της κυριαρχίας από Ρωμαίους το νησί γνώρισε μεγάλες καταστροφές τόσο από τους σεισμούς αλλά και από τις επιθέσεις πειρατών. Γύρω στον 5ο αι. καταστρέφεται από την επέλαση των Γερμανικών Φυλών. Κατά την Βυζαντινή εποχή και την διαίρεση σε νομούς το νησί αποτελεί τον 16ο νομό.

Στα μέσα του 7ο αι. λεηλατείται από επιθέσεις Συρίων και γύρω στα 880 π.χ κυριεύεται από τον Τριπολίτη του Εμίρη της Κρήτης. Το 1024 το νησί αποκρούει επιδρομή των Ρώσων στο Αιγαίο και το 1809 κατακτείται από τους Τούρκους.

Τουρκοκρατία/Φραγκοκρατία

Η παρακμή του νησιού συνεχίζεται την περίοδο της Φραγκοκρατίας (1207-1479). Οι κάτοικοι στο νησί είναι πλέον ελάχιστοι, οι οποίοι το εγκαταλείπουν και καταφεύγουν στην Χίο. Το χρονικό διάστημα μεταξύ 1476 και 1562 αποτελεί διάστημα ερήμωσης.Έτσι οι Τούρκοι εισβάλουν στο έρημο πλέον νησί το οποίο αποικούν το 1550.

Με την παραχώρηση προνομίων στους χριστιανούς που θα εγκατασταθούν στο νησί, η Σάμος αναδιοργανώνεται. Το νησί ήταν ουσιαστικά αυτόνομο τα χρόνια της Τουρκοκρατίας μέχρι τον 18ο αι. όπου δύο φατρίες διεκδικούν την ηγεσία, οιΚαλικάντζαροι και οι Καρμανιόλοι. Οι εσωτερικές διαμάχες συντελούν στην ωρίμανση των κατοίκων και προετοιμάζονται για την επανάσταση του 1821.


Η Πολεμική Σημαία των Σαμίων
την περίοδο της επανάστασης κατά του Τούρκου κατακτητή

Επανάσταση

Το νησί οργανώθηκε και εφάρμοσε το περίφημο “Στρατοπολιτικό Σύστημα της Σάμου“. Παρά το γεγονός ότι το νησί βρίσκεται κοντά στην Τουρκία και απέχει πολύ από την Αθήνα, οι Σαμιώτες ήταν από τους πρώτους που συμμετείχαν στον αγώνα κατά τον τουρκικό ζυγό. Την 8η Μαίου 1821 οΛυκούργος Λογοθέτης αφού πρώτα οργάνωσε τους ικανούς να πολεμήσουν κατοίκους του νησιού, που με μεγάλο ενθουσιασμό δέχτηκαν τον ξεσηκωμό της λευτεριάς, μαζί με τον Δεσπότη της Σάμου Κύριλλο κήρυξε, στο Καρλόβασι, κι επίσημα την Επανάσταση.
Οι τουρκικές φρουρές διώχτηκαν κι ένα νέο διοικητικό καθεστώς οργανώθηκε. Οι Σάμιοι συνέχισαν πολλά χρόνια τον αγώνα και αντιμετώπισαν πολλές τουρκικές επιθέσεις. Την 6η Αυγούστου 1824 η Σάμος γλύτωσε για μία ακόμα φορά. Ο τουρκικός στόλος, με ναύαρχο τον Χοσρέφ Πασά και πολύ στρατό, έφτασε στην Σάμο. Οι Τούρκοι επι ένα μήνα, με συνεχείς και αλλεπάλληλες επιθέσεις και αποβάσεις τις οποίες απέκρουαν οι Σάμιοι, προσπαθούσαν να πατήσουν το νησί. Πολλοί απο τους Σαμίους μαχητές που ήταν οχυρωμένοι στον λόφο Καστέλι του Πυθαγορείου είχαν έλλειψη νερού, η πηγή που βρισκόταν εκεί κοντά, έβγαζε αλμυρό νερό. Τις ημέρες όμως εκείνες υπερίσχυσε η φλέβα του πόσιμου νερού κι αυτό θεωρήθηκε απο τους αμυνόμενους θεϊκή βοήθεια. Στο μεταξύ έφτασε κι ο ελληνικός στόλος, που ανάγκασε τους Τούρκους να εγκαταλείψουν την Σάμο και να προσπαθήσουν να βρούν καταφύγιο στα μικρασιατικά παράλια. Η ναυμαχία όμως που ακολούθησε είχε σαν αποτέλεσμα τη σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή του τουρκικού στόλου.
Στην εκκλησία της μεταμορφώσεως του Σωτήρος που βρίσκεται στο Πυθαγόρειο υπάρχει η επιγραφή που θυμίζει το γεγονός αυτό.

“ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΣΩΣΕΝ ΣΑΜΟΝ 6 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1824”


Με αρχηγό τον Λυκούργο Λογοθέτη και τον θαρραλέο Καπετάν Σταμάτη οι Τούρκοι μένουν μακριά για πολλά χρόνια. Με την απελευθέρωση το νησί μένει εκτός ελληνικού κράτους, όμως γίνεται ανεξάρτητο και αποκτά την αυτονομία του. Παρά την επιτυχία των Σαμίων, το 1830 οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής αποφασίζουν το νησί να δοθεί στην Τουρκία με την παρηγοριά να διατηρήσει την αυτονομία του.


Ο αρχηγός της Σαμιακής επανάστασης “Λυκούργος Λογοθέτης”


Προτομή του ήρωα Λαχανά στην Σάμο

Τα χρόνια της Ηγεμονίας/Ένωση με την Ελλάδα

Το 1832 ο Σουλτάνος αναγνωρίζει το νησί ως Ηγεμονία φόρου υποτελή, με έλληνα ηγεμόνα διοριζόμενο από την Υψηλή Πύλη και δική της βουλή. Οι ηγεμόνες που θα ακολουθήσουν ήταν πρόσωπα φιλικά προς τους Τούρκους, κάτι που δυσαρεστούσε τους κατοίκους. Οι κάτοικοι το 1849 επαναστατούν με αποτέλεσμα την ύπαρξη τουρκικής δύναμης στο νησί.

Το 1912 ο Θεμιστοκλής Σοφούλης αποβιβάζεται στο νησί και με την βοήθεια του λαού διώχνει τις τουρκικές δυνάμεις και σχηματίζει προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση την λεγόμενη “‘Ενωσιν της Σάμου μετά του Ελευθέρου Ελληνικού Βασιλείου“.

Ένα χρόνο αργότερα το 1913 υψώνει ο ελληνικός στόλος στο νησί την ελληνική σημαία. Από τότε το νησί ακολουθεί την τύχη του ελληνικού κράτους. Το ηγεμονικό καθεστώς δυσαρεστούσε τους κατοίκους αλλά το νησί άνθησε στον εμπορικό, οικονομικό, πολιτιστικό και πνευματικό τομέα. Η ενσωμάτωση του νησιού στο ευρύ ελληνικό σώμα επέφερε την ανάπτυξη και ευημερία του.

Κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο,το 1941, το νησί καταλήφθηκε από Ιταλικές δυνάμεις, αλλά κατά την περίοδο της κατοχής αυτής, ένα κίνημα αντίστασης αναπτύχθηκε, ενάντια στις “Δυνάμεις του Άξονα“. Ήταν από τα πρώτα ελληνικά νησιά που απέκτησε την ελευθερία του, όμως μόνο προσωρινά, από τον Σεπτέμβριο του 1943 ως τον Νοέμβριο του 1943, όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν το νησί. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο, η Σάμος άρχισε να αναπτύσεται ξανά, και σήμερα, παρά τις καταστροφές που προκαλούν οι φωτιές κάθε χρόνο, παραμένει ένα από τα πιό πράσινα και όμορφα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.

Scroll to top